τραμπολίνο

τραμπολίνο
το, Ν
(αθλ.) α) αναπήδηση και εκτέλεση ακροβατικών ασκήσεων στον αέρα από τον αθλητή σε ένα ειδικό τραπέζιο αποτελούμενο από ένα ελαστικό στρώμα από νάυλον που συγκρατείται στο μεταλλικό πλαίσιο με χαλύβδινα ελατήρια
β) το όργανο στο οποίο εκτελούνται οι ασκήσεις αυτές.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”